(+30) 210 6812296
e.a@etairikiaxia.gr

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του Κ.Β.Σ. και επέρχονται οι εξής αλλαγές:

α) Μειώνεται το όριο άνω του οποίου υπάρχει υποχρέωση εξόφλησης τιμολογίων (αγοράς αγαθών ή λήψης υπηρεσιών) από το λήπτη του φορολογικού στοιχείου, με επιταγές έκδοσης του λήπτη του στοιχείου ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού, από τα 15.000 ευρώ στα 3.000 ευρώ.

Ως αξία που λαμβάνεται υπόψη, για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, νοείται το συνολικό ποσό της αξίας της συναλλαγής (τελικό πληρωτέο ποσό) συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α..

β) Από 1.6.2010 δεν είναι υποχρεωτική πλέον η έκδοση δίγραμμης επιταγής για τις ανωτέρω συναλλαγές αλλά απλής επιταγής και

γ) Θεσπίζεται υποχρέωση έκδοσης, άμεσα, λογιστικού στοιχείου (απόδειξη εκχώρησης αξιόγραφων) στην περίπτωση εκχώρησης επιταγών τρίτων, για την καλύτερη παρακολούθηση αυτών.

1.2. Ως προς το είδος και τον τύπο της επιταγής, καθώς και τα έννομα αποτελέσματα που συνεπάγεται η χρήση της, εφαρμογή έχουν τα οριζόμενα από τις διατάξεις του ν. 5960/1933  (ΦΕΚ Α’ 401) περί επιταγών.

1.3. Η ισχύς των ανωτέρω διατάξεων αρχίζει από 1.6.2010, ήτοι για φορολογικά στοιχεία που θα εκδοθούν από 1.6.2010 και εξής.

 

2. Διευκρινίσεις - επισημάνσεις

2.1. Στην ως άνω περίπτωση της ολικής ή τμηματικής εξόφλησης, από τον λήπτη των φορολογικών στοιχείων, με επιταγή, ο εκδότης αυτής πρέπει, για την εφαρμογή της ανωτέρω υποχρέωσης, να αποδεικνύει την συναλλαγή με φωτοαντίγραφο της επιταγής αυτής ή με άλλο πρόσφορο τρόπο ή μέσο, διαφυλάσσοντας τα αποδεικτικά αυτά στοιχεία, για όσο χρόνο ορίζεται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. (άρθρο 21 παρ. 2).

2.2. Σε περίπτωση εκχώρησης επιταγών τρίτων εκδίδεται, άμεσα, λογιστική απόδειξη εκχώρησης αξιόγραφων, η οποία βεβαίως εκδίδεται αθεώρητη και εφόσον είναι μηχανογραφική δεν απαιτείται σήμανση ως λογιστικό παραστατικό.

Εφόσον από τον λήπτη των επιταγών εκδίδεται άλλο μη φορολογικό παραστατικό (π.χ. πινάκιο ή απόδειξη παραλαβής αξιόγραφων κλπ) με το περιεχόμενο αυτής παρέλκει η έκδοση της απόδειξης εκχώρησης αξιόγραφων.

Η απόδειξη εκχώρησης αξιόγραφων εκδίδεται τουλάχιστον από διπλότυπο στέλεχος και εάν είναι εφικτό συσχετίζεται με το παραστατικό αξίας που αφορά (τιμολόγιο, δελτίο αποστολής – τιμολόγιο και άλλα).

Στο περιεχόμενο αυτής αναγράφονται εκτός από τα στοιχεία των εκχωρουμένων επιταγών (εκδότης, αξία, ημερομηνία λήξης, τελευταίος οπισθογράφος κ.λπ.) και τα στοιχεία των παραστατικών που εξοφλούνται με τις υπόψη επιταγές.

Η κατά τα ανωτέρω απόδειξη εκχώρησης είσπραξης αξιόγραφων, διαφυλάσσεται, ως αποδεικτικό στοιχείο του τρόπου εξόφλησης της συναλλαγής που αφορά, για όσο χρόνο ορίζεται από τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κ.Β.Σ..

Σε περίπτωση μη εφαρμογής των προαναφερόμενων διατάξεων, περί έκδοσης απόδειξης εκχώρησης αξιόγραφων (όπως λ.χ. μη έκδοσης, ανακριβούς έκδοσης, εκπρόθεσμης έκδοσης, ελλιπούς έκδοσης), εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5, παρ. 1 και 2α΄, του ν. 2523/1997, που επισύρουν μια γενική παράβαση κατά χρήση και πρόστιμο ανάλογο της κατηγορίας των τηρούμενων βιβλίων, στο πρόσωπο του λήπτη του σχετικού προς εξόφληση φορολογικού στοιχείου.

2.3. Στην περίπτωση τμηματικής ή ολικής εξόφλησης, από τον λήπτη των φορολογικών στοιχείων μέσω τραπεζικού λογαριασμού, η απόδειξη της συναλλαγής θα πρέπει να προκύπτει με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο π.χ. από τα εκδιδόμενα τραπεζικά παραστατικά ή έγγραφα, που αποδεικνύουν την κίνηση του λογαριασμού, τα οποία επίσης πρέπει να διαφυλάσσονται από τον λήπτη του στοιχείου ως ανωτέρω (περίπτωση 2.1.).

2.4. Οι διατάξεις αυτές δεν έχουν εφαρμογή για τις συναλλαγές που πραγματοποιούν (ως λήπτες), όσοι απαλλάσσονται από την τήρηση φορολογικών βιβλίων (Δημόσιο, ΝΠΔΔ κ.λπ.). Αντίθετα για τις συναλλαγές με την αλλοδαπή, τυγχάνουν εφαρμογής για τον λήπτη του φορολογικού στοιχείου – υπόχρεο σε εξόφληση, εφόσον αυτός είναι εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας, ανακαλούμενων των προηγούμενων θέσεων.

2.5. Στις περιπτώσεις που, για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, οι αντισυμβαλλόμενοι είναι ταυτόχρονα προμηθευτές και πελάτες (λήπτες φορολογικών στοιχείων) δεν μπορούν να προβούν σε εκατέρωθεν λογιστικούς συμψηφισμούς και κατά συνέπεια πρέπει να ακολουθείται η διαδικασία εξόφλησης κάθε στοιχείου αξίας άνω των 3.000 ευρώ με επιταγή ή μέση τραπεζικού λογαριασμού, με μόνη εξαίρεση το συμψηφισμό αμοιβαίων ανταπαιτήσεων μεταξύ μητρικής και θυγατρικών εταιριών.

Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για συμψηφισμούς αμοιβαίων ανταπαιτήσεων μεταξύ επιχειρήσεων, όταν ένας εκ των δυο αντισυμβαλλόμενων είναι επιχείρηση που δεν έχει πραγματική εγκατάσταση στην Ελλάδα, δεδομένου ότι οι διατάξεις του ΚΒΣ έχουν εφαρμογή εντός της ελληνικής επικράτειας.

2.6. Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής γίνεται δεκτό να εξοφλούνται παραστατικά αξίας άνω των 3.000 ευρώ από τον λήπτη αυτών και με τη χρήση ταχυδρομικής επιταγής – ταχυπληρωμής.

2.7.  Σε περίπτωση μη εφαρμογής των παραπάνω διατάξεων (από 1.6.2010 και εξής), επιβάλλονται κυρώσεις μόνο στο πρόσωπο του λήπτη του σχετικού προς εξόφληση στοιχείου, όχι και του εκδότη. Η δε καταλογιζόμενη παράβαση είναι γενική και επιβάλλεται ένα ενιαίο πρόστιμο, ανεξάρτητα από το πλήθος των περιπτώσεων ανά χρήση, το ύψος του οποίου είναι ανάλογο με την κατηγορία των τηρούμενων βιβλίων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 και 2α του ν. 2523/1997.

 

Παράγραφος 25β΄ 

Εξόφληση συναλλαγών που αφορούν αγορές αγροτικών προϊόντων από πρόσωπα που τα παράγουν, μέσω τραπεζικών λογαριασμών ή με επιταγές (έναρξη ισχύος από 1.6.2010).

 

1.      Γενικά

1.1.Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του Κ.Β.Σ. και επέρχονται οι εξής αλλαγές:

α) Για όλα τα αγοραζόμενα αγροτικά προϊόντα συμπεριλαμβανομένων των κρεάτων καθώς και των ζώντων ζώων και των πτηνών, από πρόσωπα που τα παράγουν, η εξόφληση (μερική ή ολική) φορολογικών στοιχείων αξίας 1.000 ευρώ και άνω, γίνεται αποκλειστικά και μόνο με επιταγή του αγοραστή αυτών ή με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του παραγωγού των υπόψη προϊόντων.

β) Οι ανωτέρω διατάξεις έχουν εφαρμογή και στις εκδιδόμενες εκκαθαρίσεις, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 12 του Κ.Β.Σ., στις περιπτώσεις πωλήσεων αγροτικών προϊόντων για λογαριασμό του παραγωγού αυτών. Έτσι ο αντιπρόσωπος - εντολοδόχος υποχρεούται να αποδώσει το προϊόν των πωλήσεων (ποσό) στον εντολέα του– παραγωγό των αγροτικών προϊόντων, εφόσον προκύπτει αξία άνω των 1.000 ευρώ, ανά εκκαθάριση, μετά την αφαίρεση από αυτόν της προμήθειας που δικαιούται, με επιταγή ή με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του παραγωγού των αγροτικών προϊόντων.

γ) H υποχρέωση που θεσπίζεται με τις παραπάνω διατάξεις, για την εξόφληση των φορολογικών στοιχείων αγοράς αγροτικών προϊόντων, από πρόσωπα που τα παράγουν, αξίας 1.000 ευρώ και άνω, είτε με επιταγή του αγοραστή είτε με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του πωλητή, από 1.6.2010 και εξής, αφορά όλα τα είδη των αγροτικών προϊόντων και δεν είναι πλέον υποχρεωτική η έκδοση δίγραμμης επιταγής για τις συναλλαγές αυτές, αλλά απλής επιταγής του υπόχρεου εξόφλησης αυτών.

 

2. Διευκρινίσεις - επισημάνσεις

2.1. Η ως άνω υποχρέωση, υφίσταται για τον αγοραστή όλων των ειδών αγροτικών προϊόντων, για αγορές που πραγματοποιεί από πρόσωπα που παράγουν τα προϊόντα αυτά, ανεξάρτητα από την ιδιότητά τους (επιχείρηση – φυσικό ή νομικό πρόσωπο, αγρότης ή αγροτική εκμετάλλευση του ειδικού ή του κανονικού καθεστώτος Φ.Π.Α., συνεταιρισμός κ.λπ.).

2.2. Ως αξία που λαμβάνεται υπόψη, για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, νοείται το συνολικό ποσό της αξίας της συναλλαγής (τελικό πληρωτέο ποσό) συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., στις περιπτώσεις που επιβάλλεται, καθώς και των τυχόν συναλλακτικών και λοιπών επιβαρύνσεων, τελών, εισφορών κλπ.

2.3. Ως προς το είδος και τον τύπο της επιταγής, καθώς και τα έννομα αποτελέσματα που συνεπάγεται η χρήση της, εφαρμογή έχουν τα οριζόμενα από τις διατάξεις του ν. 5960/1933  (ΦΕΚ Α’ 401) περί επιταγών.

2.4. Στην περίπτωση ολικής ή τμηματικής εξόφλησης με επιταγή, ο εκδότης αυτής πρέπει, για την εφαρμογή της ανωτέρω υποχρέωσης, να αποδεικνύει την συναλλαγή με φωτοαντίγραφο της επιταγής αυτής ή με άλλο πρόσφορο τρόπο ή μέσο, διαφυλάσσοντας τα αποδεικτικά στοιχεία, για όσο χρόνο ορίζεται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. (άρθρο 21 παρ. 2).

2.5. Στην περίπτωση τμηματικής ή ολικής εξόφλησης μέσω τραπεζικού λογαριασμού, η απόδειξη της συναλλαγής θα πρέπει να προκύπτει με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο π.χ. από τα εκδιδόμενα τραπεζικά παραστατικά ή έγγραφα, που αποδεικνύουν την κίνηση του λογαριασμού, τα οποία επίσης πρέπει να διαφυλάσσονται ως ανωτέρω (περίπτωση 2.4.).

2.6. Σε περίπτωση μη εφαρμογής των παραπάνω διατάξεων (από 1.6.2010 και εξής), επιβάλλονται κυρώσεις στο πρόσωπο του αγοραστή των αγροτικών προϊόντων, η δε καταλογιζόμενη παράβαση είναι γενική και επιβάλλεται ένα ενιαίο πρόστιμο, ανεξάρτητα από το πλήθος των περιπτώσεων ανά χρήση, το ύψος του οποίου είναι ανάλογο με την κατηγορία των τηρούμενων βιβλίων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 και 2α του ν. 2523/1997.

2.7. Η ισχύς των ανωτέρω διατάξεων αρχίζει από 1.6.2010, ήτοι για τα σχετικά  φορολογικά στοιχεία που θα εκδοθούν από 1.6.2010 και εξής.

 
Λ. Κηφισίας 32 | ATRINA TOWER, 151 25  Μαρούσι • Αθήνα
Τ: 210 6812296 • email: e.a@etairikiaxia.gr